Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

dish (en)

  1. ο δίσκος (το πιάτο)
  2. το πιάτο (το αντικείμενο)
  3. το πιάτο (το φαγητό)
    what are we going to serve for main dish?
  4. πληθυντικός τα πιάτα (και τα ποτήρια, κουτάλια κλπ)
    It's my turn to wash the dishes. - Είναι σειρά μου να πλύνω τα πιάτα.
  5. το δορυφορικό πιάτο
  6. (αργκό) νεαρή ελκυστική γυναίκα (ή και άντρας)