Ετυμολογία

επεξεργασία
damarlı < damar + -lı

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /dɑmɑɾˈɫɯ/
τυπογραφικός συλλαβισμός: da‐mar‐lı

  Επίθετο

επεξεργασία

damarlı (tr)

  • με φλέβες, που έχει φλέβες, που έχει αιμοφόρα αγγεία

Αντώνυμα

επεξεργασία