désorganisation
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- désorganisation < désorganiser
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
désorganisation | désorganisations |
désorganisation (fr) θηλυκό
Συγγενικά επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη désorganiser