déceptif
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | déceptif | déceptifs |
θηλυκό | déceptive | déceptives |
Επίθετο επεξεργασία
déceptif (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | déceptif | déceptifs |
θηλυκό | déceptive | déceptives |
déceptif (fr)