Ετυμολογία

επεξεργασία
décalogue < λατινική decalogus < αρχαία ελληνική δεκάλογος

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
décalogue décalogues

décalogue (fr)

  • δεκάλογος
    Les préceptes du décalogue. Οι εντολές του δεκαλόγου.

Δείτε επίσης

επεξεργασία