ενικός         πληθυντικός  
current ratio current ratios

Ετυμολογία

επεξεργασία
current ratio <  δείτε τις λέξεις current και ratio

Πολυλεκτικός όρος

επεξεργασία

current ratio (en)

Δείτε επίσης

επεξεργασία