cristallogénie
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- cristallogénie < cristallo- + génie
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /kʁis.ta.lɔ.ʒe.ni/
Ουσιαστικό επεξεργασία
cristallogénie (fr) θηλυκό
- η μελέτη του σχηματισμού κρυστάλλων
cristallogénie (fr) θηλυκό