credit card
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
credit card | credit cards |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΠολυλεκτικός όρος
επεξεργασίαcredit card (en)
Δείτε επίσης
επεξεργασία- credit card στην αγγλική Βικιπαίδεια
ενικός | πληθυντικός |
credit card | credit cards |
credit card (en)