couldn't
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΡήμα
επεξεργασία- (αρνητικό modal verb) δεν μπορούσα
- ⮡ The handshakes and hugs of the two leaders couldn’t hide their mutual hostility.
- Οι χειραψίες και οι αγκαλιές των δύο ηγετών δεν μπορούσαν να κρύψουν την αμοιβαία έχθρα τους.
- ⮡ The handshakes and hugs of the two leaders couldn’t hide their mutual hostility.