-n't
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕπίθημα
επεξεργασία- μην, δεν, δηλώνει την αρνητική τους σημασία
- ⮡ Don't (do + not) speak!
- Μη μιλάς!
- ⮡ I won't (will + not) stop eating.
- Δεν θα σταματήσω να τρώω.
- ⮡ He isn't (is + not) here today.
- Δεν είναι εδώ σήμερα.
- ⮡ I haven't (have + not) seen him.
- Δεν τον έχω δει.
- ⮡ Don't (do + not) speak!