cosmopolite
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαcosmopolite (en)
Συνώνυμα
επεξεργασία
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
cosmopolite | cosmopolites |
Ουσιαστικό
επεξεργασίαcosmopolite (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Επίθετο
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
cosmopolite | cosmopolites |
cosmopolite (fr) αρσενικό ή θηλυκό