copropriétaire
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
copropriétaire | copropriétaires |
Ουσιαστικό
επεξεργασίαcopropriétaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό
- ο συνιδιοκτήτης - η συνιδιοκτήτρια, ο συγκύριος
ενικός | πληθυντικός |
copropriétaire | copropriétaires |
copropriétaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό