consensus
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαconsensus (en)
- η συναίνεση
- κοινή άποψη, επικρατούσα άποψη
Συγγενικά
επεξεργασία
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /kɔ̃.sɑ̃.sys/
Ουσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
---|---|
consensus | consensus |
consensus (fr) αρσενικό