Ετυμολογία

επεξεργασία
condiment < λείπει η ετυμολογία

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /kɔ̃.di.mɑ̃/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
condiment condiments

condiment (fr) αρσενικό