Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /kɔ.naʁ/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

conard (fr) αρσενικό

  Επίθετο

επεξεργασία
γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό conard conards
θηλυκό conarde conardes

conard (fr)

Συγγενικά

επεξεργασία
  • → δείτε τη λέξη con