Ουσιαστικό

επεξεργασία

conard (fr) αρσενικό

γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό conard conards
θηλυκό conarde conardes

conard (fr)

Συγγενικά

επεξεργασία
  •  δείτε τη λέξη con