Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

→ δείτε τις λέξεις clean, as, a και whistle

  Έκφραση επεξεργασία

clean as a whistle (en)

  1. πεντακάθαρος
  2. δεν έχω εμπλακεί σε άνομη πράξη

Εκφράσεις επεξεργασία

  • as clean as a whistle