citadelle
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- citadelle < ιταλική cittadella
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
citadelle | citadelles |
citadelle (fr) θηλυκό
- το φρούριο
ενικός | πληθυντικός |
citadelle | citadelles |
citadelle (fr) θηλυκό