circuit intégré
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠολυλεκτικός όρος
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
---|---|
circuit intégré | circuits intégrés |
circuit intégré (fr) αρσενικό
Δείτε επίσης
επεξεργασία- circuit intégré στη γαλλική Βικιπαίδεια
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
circuit intégré | circuits intégrés |
circuit intégré (fr) αρσενικό