Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /si.ne.tik/

  Επίθετο επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
cinétique cinétiques

cinétique (fr) αρσενικό ή θηλυκό