chtonien
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | chtonien | chtoniens |
θηλυκό | chtonienne | chtoniennes |
Επίθετο
επεξεργασίαchtonien (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | chtonien | chtoniens |
θηλυκό | chtonienne | chtoniennes |
chtonien (fr)