Ετυμολογία

επεξεργασία
chti < ch'ti mi < (παραφθορά) c'est moi (εγώ είμαι)

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ʃti/

  Επίθετο

επεξεργασία

chti (fr) αρσενικό θηλυκό

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

chti (fr) αρσενικό

  • η εκδοχή της διαλέκτου της Πικαρδίας που μιλιέται στις περιοχές Νορ και Πα-ντε-Καλαί

Άλλες μορφές

επεξεργασία