Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

cervelet < cerveau

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /sɛʁ.və.lɛ/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
cervelet cervelets

cervelet (fr) αρσενικό

Συγγενικά επεξεργασία

  • → δείτε τη λέξη cerveau