Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Donate Now
If this site has been useful to you, please give today.
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
cel
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Καταλανικά
(ca)
1.1
Ουσιαστικό
2
Ολλανδικά
(nl)
2.1
Προφορά
2.2
Ουσιαστικό
3
Πολωνικά
(pl)
3.1
Προφορά
3.2
Ουσιαστικό
3.2.1
Συγγενικά
Καταλανικά
(ca)
επεξεργασία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
cel
(ca)
ουρανός
Ολλανδικά
(nl)
επεξεργασία
Προφορά
επεξεργασία
ⓘ
(
βοήθεια
·
αρχείο
)
Ουσιαστικό
επεξεργασία
cel
(nl)
κύτταρο
Πολωνικά
(pl)
επεξεργασία
Προφορά
επεξεργασία
ⓘ
(
βοήθεια
·
αρχείο
)
Ουσιαστικό
επεξεργασία
cel
(pl)
αρσενικό
ο
σκοπός
, ο
στόχος
Συγγενικά
επεξεργασία
celem
celny
celować
celowanie
celowniczy
celownik
celowy