Ουσιαστικό

επεξεργασία

carnivore (en)

Συγγενικά

επεξεργασία



  Επίθετο

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
carnivore carnivores

carnivore (fr) αρσενικό ή θηλυκό

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
carnivore carnivores

carnivore (fr) αρσενικό