Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
caresse
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Γαλλικά (fr)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Προφορά
1.3
Ουσιαστικό
1.3.1
Συγγενικά
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
caresse
caresses
Ετυμολογία
επεξεργασία
caresse
<
charesse
<
ιταλική
carezza
<
μεσαιωνική λατινική
caritia
<
carus
(
ακριβός
)
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
ka.ʁɛs
/
ⓘ
(
βοήθεια
·
αρχείο
)
Ουσιαστικό
επεξεργασία
caresse
(fr)
θηλυκό
η
θωπεία
, το
χάδι
Συγγενικά
επεξεργασία
caressant
caresser