Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /kaʁ.djɔ.tɔ.nik/

  Επίθετο

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
cardiotonique cardiotoniques

cardiotonique (fr) αρσενικό ή θηλυκό