cannibalesque
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
cannibalesque | cannibalesques |
Επίθετο επεξεργασία
cannibalesque (fr) αρσενικό ή θηλυκό
- που ταιριάζει σε έναν κανίβαλο
ενικός | πληθυντικός |
cannibalesque | cannibalesques |
cannibalesque (fr) αρσενικό ή θηλυκό