Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /kɑ̃.bʁyːʁ/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
cambrure cambrures

cambrure (fr) θηλυκό