callipyge
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- callipyge < αρχαία ελληνική καλλίπυγος
Προφορά
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
callipyge | callipyges |
callipyge (fr)
ενικός | πληθυντικός |
callipyge | callipyges |
callipyge (fr)