Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

 

  Ουσιαστικό επεξεργασία

calamity (en)

  1. δυσάρεστο γεγονός, ατυχία, δυστύχημα, όλεθρος
  2. θεομηνία