cacaoté
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ka.ka.ɔ.te/
Ουσιαστικό επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | cacaoté | cacaotés |
θηλυκό | cacaotée | cacaotées |
cacaoté (fr) αρσενικό
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | cacaoté | cacaotés |
θηλυκό | cacaotée | cacaotées |
cacaoté (fr) αρσενικό