Γαλλικά (fr) επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
bure bures

  Ουσιαστικό επεξεργασία

bure (fr) θηλυκό

  • καφετί χοντροκομμένο μάλλινο ύφασμα

Αναγραμματισμοί επεξεργασία