botanique
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
botanique | botaniques |
botanique (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Ουσιαστικό
επεξεργασίαbotanique (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
botanique | botaniques |
botanique (fr) αρσενικό ή θηλυκό
botanique (fr) θηλυκό