Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

→ δείτε τις λέξεις blow, wide και open, έκραση wide open

  Έκφραση επεξεργασία

blow wide open (en)

  • φέρνω στο φως οτιδήποτε αρνητικό, εκθέτω τα ψέματα, τη διαφθορά, τα προβλήματα
    σύνταξη: blow something wide open