beyond any doubt
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Έκφραση επεξεργασία
beyond any doubt (en)
- (ιδιωματισμός) αδιαμφισβήτητος και αδιαμφισβήτητα πέρα από κάθε αμφιβολία, λόγιο: πέραν πάσης αμφιβολίας, με τρόπο που δείχνει ότι κάτι είναι απολύτως σίγουρο