beyond
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕπίρρημα
επεξεργασίαbeyond (en)
Πρόθεση
επεξεργασίαbeyond (en)
- πέρα από, στην πιο μακρινή πλευρά του κάτι
- ⮡ You will not go beyond the neighborhood.
- Δε θα φύγεις πέρα από τη γειτονιά.
- ⮡ I won’t go further beyond the station.
- Δε θα πάω πιο πέρα από το σταθμό.
- ⮡ You will not go beyond the neighborhood.
- πέρα από, περισσότερο από κάτι
- ⮡ I don’t have anything beyond my pension.
- Δεν έχω τίποτα πέρα από τη σύνταξή μου.
- ⮡ In Greek, the word heat goes beyond temperature.
- Στα ελληνικά, η λέξη ζέστη πηγαίνει πέρα από τη θερμοκρασία.
- ⮡ I don’t have anything beyond my pension.
- πέρα από, αργότερα από μια συγκεκριμένη ώρα
- ⮡ I will not stay beyond Sunday.
- Δε θα μείνω πέρα από την Κυριακή.
- ⮡ I will not stay beyond Sunday.