Ετυμολογία

επεξεργασία
be on bad terms < → δείτε τις λέξεις be, on, bad και terms

  Έκφραση

επεξεργασία

be on bad terms (en)

  • (ιδιωματισμός) έχω κακές σχέσεις με κάποιον, είμαι μαλωμένος
    ⮡  They are on bad terms and don’t acknowledge each other.
    Έχουν κακές σχέσεις και δε χαιρετιούνται.
    ⮡  They were on bad terms but now they have made up.
    Ήταν μαλωμένοι αλλά τώρα αγαπίσανε.