Ετυμολογία

επεξεργασία

barder < → δείτε τη λέξη bard

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /baʁ.de/

barder (fr)

  1. βάζω ή περιτυλίγω με μπέικον (κάτι ψητό)
  2. (απαρχαιωμένο) θωρακίζω με πανοπλία
  3. (απρόσωπο) ανάβω, ανάβουν τα αίματα

Συνώνυμα

επεξεργασία