bactériophage
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /bakteʁjɔfaʒ/
Ουσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
bactériophage | bactériophages |
bactériophage (fr) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
bactériophage | bactériophages |
bactériophage (fr) αρσενικό