back and forth
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕκφράσεις
επεξεργασίαback and forth (en)
- (ιδιωματισμός) πέρα δώθε, πάνω κάτω, μπρος πίσω
- ⮡ He was walking nervously back and forth waiting for the court’s decision.
- Περπατούσε νευρικά πέρα δώθε περιμένοντας την απόφαση του δικαστηρίου.
- ⮡ I walk back and forth in the room.
- Περπατώ πάνω κάτω στο δωμάτιο.
- ⮡ It moves freely back and forth.
- Κινείται ελεύθερα μπρος πίσω.
- ≈ συνώνυμα: to and fro και up and down
- ⮡ He was walking nervously back and forth waiting for the court’s decision.