Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
awning
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
awning
awnings
Ουσιαστικό
επεξεργασία
awning
(en)
η
τέντα
⮡
retractable
awnings
- ανοιγοκλυόμενες
τέντες
Πηγές
επεξεργασία
awning
-
Oxford Learner's Dictionaries