Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /as.tʁɔ.fi.zik/

  Επίθετο

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
astrophysique astrophysiques

astrophysique (fr) αρσενικό ή θηλυκό