articulation
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /aʁ.ti.ky.la.sjɔ̃/
- ⓘ
Ουσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
articulation | articulations |
articulation (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
articulation | articulations |
articulation (fr) θηλυκό