appendix
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαappendix (en)
- παράρτημα, κείμενο στο τέλος βιβλίου ή άρθρου που περιέχει κάτι σημαντικό, όχι όμως άμεσα σχετικό με το κυρίως περιεχόμενο του βιβλίου
- η σκωληκοειδής απόφυση
Σημειώσεις
επεξεργασίαΟ πληθυντικός της λέξης για τη σημασία "παράρτημα" είναι appendices, ενώ για τη σημασία "σκωληκοειδής απόφυση" είναι appendixes.