apollinarien
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | apollinarien | apollinariens |
θηλυκό | apollinarienne | apollinariennes |
Επίθετο
επεξεργασίαapollinarien (fr)
- σχετικός με τον ποιητή Guillaume Apollinaire
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | apollinarien | apollinariens |
θηλυκό | apollinarienne | apollinariennes |
apollinarien (fr)