api
Ινδονησιακά (id)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαapi (id)
Ιταλικά (it)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος ουσιαστικού
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
ape | api |
api (it)
Μαλαϊκά (ms)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαapi (ms)
api (id)
ενικός | πληθυντικός |
ape | api |
api (it)
api (ms)