Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ɑ̃.tʁɔ.pɔ.sɑ̃.tʁik/

  Ετυμολογία

επεξεργασία
anthropocentrique < anthropo- + centre

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ɑ̃.tʁɔ.pɔ.sɑ̃.tʁik/

  Επίθετο

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
anthropocentrique anthropocentriques

anthropocentrique (fr) αρσενικό ή θηλυκό

Συγγενικά

επεξεργασία