anno
Λατινικά (la)Επεξεργασία
Κλιτικός τύπος ουσιαστικούΕπεξεργασία
anno (la) αρσενικό
- δοτική και αφαιρετική ενικού του annus
ΕκφράσειςΕπεξεργασία
Ρηματικός τύποςΕπεξεργασία
anno (la)
- εναλλακτική μορφή του ρήματος adno "κολυμπώ προς"
anno (la) αρσενικό
anno (la)