angélisation
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ɑ̃.ʒe.li.za.sjɔ̃/
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
angélisation | angélisations |
angélisation (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
angélisation | angélisations |
angélisation (fr) θηλυκό