anchorage
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
anchorage | anchorages |
anchorage (en)
Δείτε επίσης
επεξεργασία- anchorage (shipping) στην αγγλική Βικιπαίδεια
- anchorage (disambiguation) στην αγγλική Βικιπαίδεια